Joseph Pulitzer, 1847-1911 Αμερικανός εκδότης
Όταν οι αντίπαλοι μας επιδιώκουν τον Κομματικό Συνδικαλιστικό Πόλεμο, εμείς ζούμε και εργαζόμαστε για την Εργασιακή Ειρήνη.

_

_

Συνολικές προβολές σελίδας


ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΥΓΕΙΑΣ από 2012 εώς και 5ο 2023.

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Πέμπτη 10 Μαΐου 2018

Νομολογία 874/2018 - ΣτΕ: Καταβολή επιδόματος ευθύνης στους εργαζόμενους στο Δημόσιο Καθιερώνεται η ισότητα όλων των υπαλλήλων όσον αφορά την καταβολή του επιδόματος ευθύνης.

Νομολογία 874/2018 - ΣτΕ: Καταβολή επιδόματος ευθύνης στους εργαζόμενους στο Δημόσιο
Καθιερώνεται η ισότητα όλων των υπαλλήλων όσον αφορά την καταβολή του επιδόματος ευθύνης.
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 12 Ιανουαρίου 2018, με την εξής σύνθεση: Αθ. Ράντος, Αντιπρόεδρος, Προεδρεύων, σε αναττλήρωση του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, που είχε κώλυμα, I. Γράβαρης, Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, I. Μαντζουράνης, Αικ. Χριστοφορίδου, Μ.-Ε. Κωνσταντινίδου, Μ. Γκορτζολίδου, Ε. Νίκα, Σπ. Μαρκάτης, Β. Αραβαντινός, Α. Χλαμπέα, Μ. Πικραμένος, Σ. Βιτάλη, Ηλ. Μάζος, Α.-Μ. Παπαδημητρίου, Β. Κίντζιου, Κ. Νικολάου, Β. Πλαπούτα, Π. Τσούκας, Ρ. Γιαννουλάτου, Σύμβουλοι, Α. Σδράκα, X. Λιάκουρας, X. Μπολόφη, Πάρεδροι. Από τους ανωτέρω οι Σύμβουλοι Κ. Νικολάου και Ρ. Γιαννουλάτου, καθώς και η Πάρεδρος X. Μπολόφη μετέχουν ως αναπληρωματικά μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ. 2 του ν. 3719/2008. Γραμματέας η Ελ. Γκίκα.
Για να δικάσει την από 12 Ιουλίου 2016 αγωγή:
των: 1) Δ. Π. του Χ., 2) Ε. Μ. του Π., 3) Ε. Λ. του Α., 4) Ε. Κ. του Ν., 5) Π. Δ. του Ι., 6) Β. Κ. του Α., 7) Μ. Γ. του Γ., 8) Κ. Ν. του Γ., 9) Β. Δ. του Ι., 10) Ε. Λ. του Ε., 11) Β. Τ. του Δ., 12) Μ. Γ. του Κ., 13) Φ. Μ. του Α., οι οποίοι παρέστησαν με τον δικηγόρο Αλέξιο Παραρά (Α.Μ. 23245), που τον διόρισαν με πληρεξούσιο, 14) Ά. Μ. του Σ., η οποία δεν παρέστη, 15) Ε. Μ. του Ε., 16) Δ. Α. του Β., οι οποίες παρέστησαν με τον ίδιο ως άνω δικηγόρο, που τον διόρισαν με πληρεξούσιο, 17) Ζ. Μ. του Γ., η οποία δεν παρέστη, 18) Φ. Μ. του Π., η οποία παρέστη με τον ίδιο ως άνω δικηγόρο, που τον διόρισε με πληρεξούσιο, το όνομα της οποίας έχει διορθωθεί στο ορθό Φ. Μ., 19) Α. Θ. του Β., 20) Ε. Τ. του Κ., 21) Ε. Π. του Σ., 22) Δ. Α. του Γ., 23) Ε. Ψ. του Γ., 24) Ε. Κ. του Ν., οι οποίοι παρέστησαν με τον ίδιο ως άνω δικηγόρο, που τον διόρισαν με πληρεξούσιο και 25) Ε. Α. του Σ., η οποία παρέστη με τον ίδιο ως άνω δικηγόρο, που τον διόρισε με πληρεξούσιο, το όνομα της οποίας έχει διορθωθεί στο ορθό Ε. Α., κατά του Γενικού Νοσοκομείου Αθηνών «..........», το οποίο παρέστη με τη δικηγόρο Αικατερίνη - Φωτεινή Μπουρνάζου (Α.Μ. 11512), που τη διόρισε με πληρεξούσιο.
Η πιο πάνω αγωγή εισάγεται στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας κατόπιν της από 23 Δεκεμβρίου 2016 πράξεως της Επιτροπής του άρθρου 1 παρ. 1 του Ν. 3900/2010 και της υπ’ αριθ. 2252/2017 παραπεμπτικής αποφάσεως του Στ' Τμήματος καθώς και της από 4 Δεκεμβρίου 2017 πράξεως του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, προκειμένου να επιλύσει η Ολομέλεια το ζήτημα που αναφέρεται στην απόφαση.
Με την αγωγή αυτή ζητείται να υποχρεωθεί το εναγόμενο νοσοκομείο να καταβάλει σε έκαστο των εναγόντων νομιμοτόκως το ποσό των διακοσίων σαράντα (240) ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στη μηνιαία διαφορά των σαράντα (40) ευρώ μεταξύ του επιδόματος θέσης που λαμβάνουν οι προϊστάμενοι οργανικών μονάδων επιπέδου τμήματος του Δημοσίου, των ν.π.δ.δ., των Ο.Τ.Α. και των ν.π.ι.δ. του δημόσιου τομέα και του αντίστοιχου επιδόματος που λαμβάνουν οι προϊστάμενοι των τμημάτων της ιατρικής και νοσηλευτικής υπηρεσίας των νοσοκομείων, για το χρονικό διάστημα από 1.1.-30.6.2016,
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της παραπεμπτικής αποφάσεως, η οποία επέχει θέση εισηγήσεως από την εισηγήτρια, Σύμβουλο Β. Πλαπούτα.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο των εναγόντων που παρέστησαν, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους της αγωγής και ζήτησε να γίνει δεκτή η αγωγή και την πληρεξούσια του εναγομένου νοσοκομείου, η οποία ζήτησε την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σκέφθηκε κατά τον Νόμο
1. Επειδή, η υπό κρίση αγωγή εισήχθη στο Συμβούλιο της Επικρατείας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 1 του ν. 3900/2010, παραπέμφθηκε δε με την 2252/2017 απόφαση του Στ' Τμήματος, επταμελούς σύνθεσης, στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, προκειμένου να κριθεί το ζήτημα της αντίθεσης ή μη της διάταξης του άρθρου 16 παρ. 1 περ. γ' του ν. 4354/2015 προς το άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος, ως προς τους ενάγοντες πλην της 14ης και της 17ης από αυτούς, ως προς τις οποίες η αγωγή απορρίφθηκε ως απαράδεκτη, με την ως άνω απόφαση.
2. Επειδή, στο άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 3900/2010 «Εξορθολογισμός διαδικασιών και επιτάχυνση της διοικητικής δίκης και άλλες διατάξεις», (Α' 213), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 40 του ν. 4055/2012, (Α' 51) και τροποποιήθηκε με το άρθρο 15 παρ. 4 του ν. 4446/2016, (Α' 240), ορίζονται τα ακόλουθα: «Οποιοδήποτε ένδικο βοήθημα ή μέσο ενώπιον οποιουδήποτε τακτικού διοικητικού δικαστηρίου μπορεί να εισαχθεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας με πράξη τριμελούς Επιτροπής, αποτελούμενης από τον Πρόεδρό του, τον αρχαιότερο Αντιπρόεδρο και  τον Πρόεδρο του αρμόδιου καθ’ ύλην Τμήματος, ύστερα από αίτημα ενός των διαδίκων ή του Γενικού Επιτρόπου των διοικητικών δικαστηρίων, όταν με αυτό  τίθεται ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος που έχει συνέπειες για ευρύτερο κύκλο προσώπων. Τα αιτήματα των διαδίκων υπογράφονται επί ποινή  απαραδέκτου από δικηγόρο και συνοδεύονται από παράβολο τριακοσίων (300) ευρώ, το οποίο καταπίπτει υπέρ του Δημοσίου σε περίπτωση απόρριψης του αιτήματος. ... Η πράξη της Επιτροπής δημοσιεύεται σε δύο ημερήσιες εφημερίδες των Αθηνών και συνεπάγεται την αναστολή εκδίκασης των εκκρεμών υποθέσεων, στις οποίες τίθεται το ίδιο ζήτημα. Η αναστολή δεν καταλαμβάνει την προσωρινή δικαστική προστασία. Μετά την επίλυση του ζητήματος, το Συμβούλιο της Επικρατείας μπορεί να παραπέμψει το ένδικο μέσο ή βοήθημα στο αρμόδιο τακτικό διοικητικό δικαστήριο. Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας δεσμεύει τους διαδίκους της ενώπιον του δίκης, στους οποίους περιλαμβάνονται και οι παρεμβάντες. ...». Με τις ανωτέρω διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 3900/2010 εισάγεται ο θεσμός της πρότυπης ή «πιλοτικής» δίκης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας για ζητήματα γενικοτέρου ενδιαφέροντος, τα οποία αναμένεται να προκαλέσουν μεγάλο αριθμό διαφορών με τον κίνδυνο να εκδοθούν αντιφατικές αποφάσεις και να υπάρξει σημαντική καθυστέρηση για τους διαδίκους ενώπιον των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων. Στις περιπτώσεις αυτές παρέχεται η δυνατότητα στους διαδίκους και στα διοικητικά δικαστήρια να απευθύνονται απ’ ευθείας στο Συμβούλιο της Επικρατείας ώστε αυτό να επιλύει τα σχετικά ζητήματα, διασφαλίζοντας την ενότητα της νομολογίας και την ασφάλεια δικαίου, (βλ. σχετική αιτιολογική έκθεση του νόμου). Ειδικότερα, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, εφόσον αίτημα διαδίκου να εισαχθεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας ένδικο βοήθημα ή μέσο αρμοδιότητας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, για το λόγο ότι τίθεται με αυτό ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος με συνέπειες για ευρύ κύκλο προσώπων, γίνει δεκτό από την προβλεπομένη από τις διατάξεις αυτές τριμελή Επιτροπή, η οποία αποφασίζει εκ των ενόντων βάσει των προβαλλομένων ισχυρισμών και των στοιχείων του φακέλου που διαθέτει, το Δικαστήριο αυτό εκδικάζει σε Ολομέλεια ή σε Τμήμα το ένδικο βοήθημα ή μέσο, εφαρμόζοντας ως προς την πληρεξουσιότητα τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 27 του π.δ. 18/1989 «Κωδικοποίηση διατάξεων νόμου για το Συμβούλιο της Επικρατείας», (Α' 8), και κατά τα λοιπά, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο του ενδίκου βοηθήματος ή μέσου, τις ισχύουσες για το ένδικο βοήθημα ή μέσο οικείες διατάξεις, (βλ. ΣτΕ 734/2016 Ολομ., 532/2015 Ολομ. κ.ά.).
3. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, με την ως άνω από 23.12.2016 πράξη της Τριμελούς Επιτροπής του άρθρου 1 παρ. 1 του ν.  3900/2010, που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα «Τα Νέα», στο φύλλο της 21ης - 22ας Ιανουαρίου 2017 και στην Εφημερίδα «Εστία» της 23ης Ιανουαρίου 2017, η κρινόμενη αγωγή εισήχθη στο Συμβούλιο της Επικρατείας προκειμένου να κριθεί το γενικότερου ενδιαφέροντος ζήτημα της συμφωνίας προς τα άρθρα 2 παρ 1, 4 παρ. 1, 22 παρ. 1 και 25 παρ. 1 του Συντάγματος των διατάξεων του άρθρου 16 παρ. 1 του ν. 4354/2015, (Α' 176), καθ’ ο μέρος προβλέπουν την καταβολή μειωμένου, κατά σαράντα (40) ευρώ, μηνιαίου επιδόματος θέσης στους προϊσταμένους των τμημάτων της Ιατρικής και Νοσηλευτικής υπηρεσίας των νοσοκομείων εν σχέσει προς τους λοιπούς προϊστάμενους τμημάτων του δημόσιου τομέα, το οποίο (ζήτημα) έχει συνέπειες για ευρύτερο κύκλο προσώπων. Περαιτέρω, η αγωγή αυτή εισήχθη, με την από 23.1.2017 πράξη του Προέδρου του Στ' Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, στην επταμελή σύνθεση του Τμήματος αυτού και με την προαναφερόμενη απόφαση αυτού, αφενός απορρίφθηκε ως απαράδεκτη η αγωγή ως προς τις 14η και 17 από τους ενάγοντες και αφετέρου, ως προς τους λοιπούς ενάγοντες, παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 100 παρ. 5 του Συντάγματος, που προστέθηκε με το από 6.4.2001 Ψήφισμα της Ζ' Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων, (Α' 84), καθόσον το Τμήμα ήχθη σε κρίση περί αντίθεσης της διάταξης του άρθρου 16 παρ. 1 περ. γ' του ν. 4354/2015 προς το άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος, προκειμένου να κριθεί από την Ολομέλεια το ανωτέρω ζήτημα συνταγματικότητας της παραπάνω διάταξης.
4. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, οι ενάγοντες, μόνιμοι υπάλληλοι του εναγόμενου νοσοκομείου, του κλάδου ΤΕ Νοσηλευτών, υπηρετούσαν, κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2016 έως 30.6.2016, ως προϊστάμενοι τμημάτων της Νοσηλευτικής Υπηρεσίας του εναγόμενου νοσοκομείου και ελάμβαναν επίδομα θέσης ευθύνης ύψους 250 ευρώ, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 16 παρ. 1 περ. γ' του ν. 4354/2015. Με την κρινόμενη αγωγή προβάλλεται ότι η τελευταία αυτή διάταξη του ν. 4354/2015, καθ’ ο μέρος προβλέπει την καταβολή στους προϊσταμένους τμημάτων της Νοσηλευτικής Υπηρεσίας των νοσοκομείων μηνιαίου επιδόματος ευθύνης ύψους διακοσίων πενήντα (250) ευρώ ήτοι μειωμένου κατά σαράντα (40) ευρώ έναντι του μηνιαίου επιδόματος  ευθύνης που λαμβάνουν, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 16 παρ. 1 περ. α' υποπερ. αζ' του ίδιου νόμου, οι προϊστάμενοι των τμημάτων της Διοικητικής  Υπηρεσίας των νοσοκομείων και οι λοιποί προϊστάμενοι τμημάτων του Δημοσίου, των ν.π.δ.δ., των Ο.Τ.Α. και όσων φορέων υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του ν. 4354/2015, σύμφωνα με το άρθρο 7 αυτού, (στους οποίους δεν συμπεριλαμβάνονται οι κατηγορίες που ρητά εξαιρούνται από την εφαρμογή του ως άνω νόμου, κατά το ως άνω άρθρο 7 αυτού, όπως οι αμειβόμενοι με ειδικά μισθολόγια κ.λπ.), αντίκειται α) στα άρθρα 2 παρ 1, 4 παρ. 1, 22 παρ. 1 και 25 παρ. 1 του Συντάγματος, β) στο άρθρο 141 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με το οποίο καθιερώνεται η αρχή της ίσης αμοιβής των εργαζομένων ανεξαρτήτως φύλου και γ) στο άρθρο 23 παρ. 2 της Οικουμενικής Διακήρυξης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του 1948, στο άρθρο 7 του Διεθνούς Συμφώνου των Ηνωμένων Εθνών για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα, που κυρώθηκε με το ν. 1532/1985, (Α' 45) στο άρθρο 4 του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη του Συμβουλίου της Ευρώπης, που κυρώθηκε με το ν. 1426/1984, (Α' 32), στο άρθρο 1 του Πρόσθετου Πρωτοκόλλου στον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη, που κυρώθηκε με το ν. 2595/1998, (Α' 63) και στην υπ’ αριθμ. 111 Διεθνή Σύμβαση Εργασίας της 4.6.1958 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, που κυρώθηκε με το ν. 1424/1984, (Α' 29). Ειδικότερα, ως προς την παραβίαση της συνταγματικής αρχής της ισότητας οι ενάγοντες ισχυρίζονται ότι, αν και κατέχουν θέσεις ευθύνης και καλούνται να φέρουν εις πέρας τα καθήκοντά τους υπό αντίξοες συνθήκες στην υποστελεχωμένη νοσηλευτική υπηρεσία του εναγομένου νοσοκομείου, υφίστανται αδικαιολόγητη άνιση μεταχείριση σε σχέση με τους προϊσταμένους τμημάτων της διοικητικής υπηρεσίας του εν λόγω νοσοκομείου και τους λοιπούς προϊσταμένους τμημάτων του Δημοσίου, των ν.π.δ.δ., των Ο.Τ.Α. και γενικώς των φορέων που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του ν. 4354/2016, κατά το άρθρο 7 του νόμου αυτού, διότι τους χορηγείται μειωμένο κατά σαράντα ευρώ, εν σχέσει με τους τελευταίους το επίδομα θέσης ευθύνης. Ενόψει αυτών, με την υπό κρίση αγωγή ζητείται να καταδικαστεί το εναγόμενο να καταβάλει σε καθέναν από τους ενάγοντες ποσό ύψους 240 ευρώ από την 1.1.2016, (οπότε ετέθησαν σε ισχύ οι διατάξεις του άρθρου 16 του ν. 4354/2015, σύμφωνα με το άρθρο 35 αυτού), μέχρι τις 30.6.2016, (6 μήνες X 40 ευρώ μηνιαίως = 240 ευρώ), με το νόμιμο τόκο από την ημερομηνία που γεννήθηκε η αξίωση καθενός από αυτούς, άλλως από την  ημερομηνία επίδοσης της ένδικης αγωγής στο εναγόμενο νοσοκομείο, (13.7.2016).
5. Επειδή, η αρχή της ισότητας, την οποία καθιερώνει το άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος, αποτελεί νομικό κανόνα που επιβάλλει την ομοιόμορφη μεταχείριση προσώπων που τελούν υπό τις αυτές ή παρόμοιες συνθήκες. Ο κανόνας αυτός δεσμεύει τα συντεταγμένα όργανα της Πολιτείας και, ειδικότερα, τόσο τον κοινό νομοθέτη κατά την άσκηση της νομοθετικής λειτουργίας όσο και τη Διοίκηση, όταν θεσπίζει κατά νομοθετική εξουσιοδότηση κανονιστική ρύθμιση. Ο δικαστικός έλεγχος τηρήσεως της αρχής της ισότητας, που είναι έλεγχος ορίων και όχι των κατ’ αρχήν επιλογών του νομοθέτη ή της ουσιαστικής ορθότητας των τιθέμενων νομικών κανόνων, περιορίζεται ειδικότερα στην έκδηλη υπέρβαση των ορίων που διαγράφονται από την εν λόγω συνταγματική αρχή. Κατά τον έλεγχο δε αυτόν αναγνωρίζεται στον κοινό νομοθέτη ή την κατ’ εξουσιοδότηση θεσμοθετούσα Διοίκηση η ευχέρεια να ρυθμίσει με ενιαίο ή με διαφορετικό τρόπο τις ποικίλες προσωπικές ή πραγματικές καταστάσεις και σχέσεις, λαμβάνοντας υπόψη τις υφιστάμενες κοινωνικές, οικονομικές, επαγγελματικές ή άλλες συνθήκες, που συνδέονται με καθεμία από τις καταστάσεις ή σχέσεις αυτές, με βάση γενικά και αντικειμενικά κριτήρια, που βρίσκονται σε συνάφεια προς το αντικείμενο της ρυθμίσεως. Πρέπει, όμως, η επιλεγόμενη ρύθμιση να κινείται μέσα στα όρια που διαγράφονται από την αρχή της ισότητας και τα οποία αποκλείουν τόσο την εκδήλως άνιση μεταχείριση, είτε με τη μορφή της εισαγωγής καθαρά χαριστικού μέτρου ή προνομίου μη συνδεομένου προς αξιολογικά κριτήρια, είτε με τη μορφή της επιβολής αδικαιολόγητης επιβάρυνσης, όσο και την αυθαίρετη εξομοίωση διαφορετικών καταστάσεων ή την ενιαία μεταχείριση προσώπων που τελούν υπό διαφορετικές συνθήκες, με βάση όλως τυπικά ή συμπτωματικά ή άσχετα μεταξύ τους κριτήρια ή αντιθέτως τη διαφορετική μεταχείριση των αυτών ή παρόμοιων καταστάσεων, (βλ. ΣτΕ 3372/2015 Ολομ., 1252/2003 Ολομ. κ.ά.).
6. Επειδή, στο άρθρο 7 του Κεφαλαίου Β', του ν. 4354/2015, με τίτλο “Διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, μισθολογικές ρυθμίσεις και άλλες επείγουσες διατάξεις εφαρμογής της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων”, (Α' 176), το οποίο (Κεφάλαιο) φέρει τον τίτλο “Μισθολογικές ρυθμίσεις των υπαλλήλων του Δημοσίου, των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) πρώτου και δεύτερου βαθμού, των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Ν,Π.Δ.Δ.) και Ιδιωτικού Δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.) καθώς και των Δ.Ε.Κ.Ο. του Κεφαλαίου Α' του ν. 3429/2005 (Α' 314) και άλλες μισθολογικές διατάξεις”, ορίζονται τα εξής: “1. Στις διατάξεις του παρόντος υπάγονται οι μόνιμοι και δόκιμοι πολιτικοί δημόσιοι υπάλληλοι, καθώς και οι υπάλληλοι με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου και ορισμένου χρόνου: α) των φορέων της περίπτωσης στ' της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α' 143), β) των Ανεξάρτητων Διοικητικών Αρχών (Α.Δ.Α.), της περίπτωσης γ' της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α' 143), ν) των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης (Ο.Κ.Α.), δ) των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) πρώτου και δεύτερου βαθμού, ε) των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.), στ) των Νομικών Προσώπων Ιδιωτικού Δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.) που ανήκουν στο κράτος, ή σε Ν.Π.Δ.Δ. ή σε Ο.Τ.Α. -κατά την έννοια της επίτευξης κρατικού ή δημόσιου ή αυτοδιοικητικού σκοπού, εποπτείας, διορισμού και ελέγχου της πλειοψηφίας της Διοίκησής τους- ή επιχορηγούνται τακτικά, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, από κρατικούς πόρους κατά πενήντα τοις εκατό (50%) τουλάχιστον του ετήσιου προϋπολογισμού τους, συμπεριλαμβανομένων των Κέντρων Πρόληψης των Εξαρτήσεων και Προαγωγής της Ψυχοκοινωνικής Υγείας, ζ) των Δημοσίων Επιχειρήσεων, Οργανισμών και Ανώνυμων Εταιρειών (Δ.Ε.Κ.Ο.), που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του Κεφαλαίου Α' του ν. 3429/2005 (Α' 314), η) οι εκπαιδευτικοί της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, θ) οι υπάλληλοι της Γραμματείας των Δικαστηρίων και Εισαγγελιών, των Έμμισθων Υποθηκοφυλακείων και Κτηματολογικών Γ ραφείων της χώρας, ι) οι ιατροί υπηρεσίας υπαίθρου και οι μόνιμοι αγροτικοί ιατροί, ια) οι υπάλληλοι της Βουλής, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στον Κανονισμό της, ιβ) οι υπάλληλοι και το ειδικό επιστημονικό προσωπικό των Ανεξάρτητων Διοικητικών Αρχών (Α.Δ.Α.), της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων, ιγ) οι υπάλληλοι των Τοπικών Ενώσεων Δήμων και Κοινοτήτων (Τ.Ε.Δ.Κ.) και Περιφερειακών Ενώσεων Δήμων (Π.Ε.Δ.) της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδος (Κ.Ε.Δ.Ε.) και της Ένωσης Περιφερειών Ελλάδος (ΕΝ.Π.Ε), ιδ) οι υπάλληλοι των Γενικών και Τοπικών Οργανισμών Εγγείων Βελτιώσεων, ιε) οι υπάλληλοι της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (Ε.Υ.Π.), ιστ) το προσωπικό των νομικών προσώπων της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού, των εξομοιούμενων προς αυτά κατά την παρ. 3 του άρθρου 63 του ν. 3801/2009 (Α' 163) των λοιπών εκκλησιών, δογμάτων και κατά το άρθρο 13 του Συντάγματος γνωστών θρησκειών, που επιβαρύνει τον Κρατικό Προϋπολογισμό, ιζ) οι μετακλητοί υπάλληλοι, οι ειδικοί σύμβουλοι και συνεργάτες, καθώς και οι επιστημονικοί συνεργάτες της Γενικής Γραμματείας του Πρωθυπουργού, της Γενικής Γραμματείας της Κυβέρνησης, της Γενικής Γραμματείας Συντονισμού, των Πολιτικών Γραφείων των μελών της Κυβέρνησης, των Υφυπουργών, των Γενικών, Αναπληρωτών Γενικών και Ειδικών Γραμματέων των Υπουργείων, των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, των αιρετών οργάνων των Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού, καθώς και των Διοικητών, Υποδιοικητών, Προέδρων, Αντιπροέδρων ή Διευθυνόντων Συμβούλων των νομικών προσώπων που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος, ιη) τα μέλη του Ειδικού Τεχνικού Εργαστηριακού Προσωπικού (Ε.Τ.Ε.Π.) των Α.Ε.Ι., μέχρι την έκδοση του προεδρικού διατάγματος που προβλέπεται στις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 29 του ν. 4009/2011 (Α' 195) και ιθ) οι δικηγόροι που παρέχουν υπηρεσίες με σχέση πάγιας και περιοδικής έμμισθης εντολής στους φορείς που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος. 2. Δεν υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος: α) το ναυτικό προσωπικό του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών (ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε.), με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 28, β) το καλλιτεχνικό προσωπικό των Ν.Π.Ι.Δ. με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 28, γ) οι κατηγορίες υπαλλήλων ή λειτουργών που ορίζονται στις διατάξεις του Μέρους Β του ν. 3205/2003 (Α' 297), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, καθώς και οι εν γένει αμειβόμενοι με ειδικά μισθολόγια, με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 15 και 28, δ) οι Δημόσιες Επιχειρήσεις, Οργανισμοί και Ανώνυμες Εταιρείες (Δ.Ε.Κ.Ο.), που υπάγονται, κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος, στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του Κεφαλαίου Β' του ν. 3429/2005 (Α' 314), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 28. ε) το προσωπικό της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (Ε.Υ.Π.) με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 28”. Περαιτέρω, στο άρθρο 16 παρ. 1 του Κεφαλαίου Β' του ν. 4354/2015 ορίζεται ότι: «1. Στους προϊσταμένους οργανικών μονάδων καταβάλλεται, για όσο χρόνο ασκούν τα καθήκοντά τους, μηνιαίο επίδομα θέσης ευθύνης οριζόμενο, κατά βαθμίδα θέσης, ως εξής: α) Προϊστάμενοι Διοίκησης: αα) Γενικοί Γραμματείς Υπουργείου, ... αβ) Αναπληρωτές Γενικοί Γραμματείς Υπουργείου και Ειδικοί Γραμματείς Υπουργείου, .... αγ) Υπάλληλοι της κατηγορίας Ειδικών Θέσεων 1ου και 2ου βαθμού,.... αδ) Προϊστάμενοι Γενικών Διευθύνσεων και Συντονιστές Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, ... αε) Προϊστάμενοι Διευθύνσεων και Προϊστάμενοι των πολιτικών γραφείων των μελών της κυβέρνησης και των υφυπουργών, τετρακόσια πενήντα (450) ευρώ. αστ) Προϊστάμενοι Υποδιευθύνσεων, τριακόσια πενήντα (350) ευρώ. αζ) Προϊστάμενοι Τμημάτων, διακόσια ενενήντα (290) ευρώ. β) Προϊστάμενοι Εκπαίδευσης: ... γ) Οι Προϊστάμενοι των Τμημάτων της Ιατρικής και Νοσηλευτικής Υπηρεσίας των Νοσοκομείων, διακόσια πενήντα (250) ευρώ». Ακολούθως, στο άρθρο 18 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι: «Το επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας της παρ. 1 του άρθρου 15 του ν. 4024/2011 εξακολουθεί να καταβάλλεται στο ίδιο ύψος στους δικαιούχους που έχουν οριστεί με τις υπουργικές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση των ανωτέρω διατάξεων, καθώς και αυτών του άρθρου 67 του ν. 4235/2014 (Α' 32), με την επιφύλαξη της επικείμενης ευθυγράμμισης του σχετικού καθεστώτος με την αντίστοιχη ευρωπαϊκή νομοθεσία έως τις 31.12.2017. Το επίδομα αυτό καταβάλλεται για όσο διάστημα οι υπάλληλοι τελούν σε κανονική άδεια, καθώς και σε βραχυχρόνια αναρρωτική άδεια έως έξι (6) ημέρες κατ’ έτος». Στη συνέχεια, με το άρθρο 54 του ν. 4384/2016, (Α' 78), που άρχισε να ισχύει από τις 26.4.2016, σύμφωνα με το άρθρο 61 του νόμου αυτού, τροποποιήθηκε το άρθρο 18 του ν. 4354/2015, ως εξής: “Το επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας της παρ. 1 του άρθρου 15 του ν. 4024/2011 εξακολουθεί να καταβάλλεται στο ίδιο ύψος, με τους ίδιους όρους και με τις ίδιες προϋποθέσεις στους δικαιούχους που έχουν οριστεί με τις υπουργικές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση των ανωτέρω διατάξεων, καθώς και αυτών του άρθρου 67 του ν. 4235/2014 (Α' 32), εκτός από τις περιπτώσεις πλήρους απαλλαγής από τα καθήκοντα ή την εργασία τους για συνδικαλιστικούς λόγους, με την επιφύλαξη της επικείμενης ευθυγράμμισης του σχετικού καθεστώτος με την αντίστοιχη ευρωπαϊκή νομοθεσία έως τις 31.12.2017”. Το άρθρο 15 παρ. 1 του ν. 4024/2011, (Α' 226), που άρχισε να ισχύει από τις 27.10.2011, κατά το άρθρο 43 αυτού, και καταργήθηκε, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 34 του ν. 4354/2015, μαζί με τις κατ’ εξουσιοδότησή του εκδοθείσες κοινές υπουργικές αποφάσεις, από την έναρξη ισχύος του ν. 4354/2015, ήτοι από τις 16.12.2015, σύμφωνα με το άρθρο 46 του τελευταίου αυτού νόμου, όριζε ότι: “Εκτός από το βασικό μισθό του υπαλλήλου, δύναται να χορηγηθεί επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, μέχρι του ποσού των εκατόν πενήντα (150) ευρώ μηνιαίως. Οι δικαιούχοι του εν λόγω επιδόματος, καθώς και οι όροι και οι προϋποθέσεις χορήγησής του καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, η οποία εκδίδεται σε αποκλειστική προθεσμία έξι μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου”. Περαιτέρω, η υπ’ αριθμ. οικ. 2/16519/0022/24.2.2012 κοινή υπουργική απόφαση, (Β' 465), που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 15 παρ. 1 του ν. 4024/2011 και καταργήθηκε με το άρθρο 34 του ν. 4354/2015, κατά τα προεκτεθέντα, όριζε ότι καταβάλλεται, μεταξύ άλλων, στο προσωπικό της νοσηλευτικής υπηρεσίας των δημόσιων νοσοκομείων, μηνιαίο επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας ύψους εκατόν πενήντα (150) ευρώ, (παρ. 1 και 2 περ. α' της εν λόγω κοινής υπουργικής απόφασης) και ότι το επίδομα αυτό δεν καταβάλλεται στο διοικητικό προσωπικό των φορέων που αναφέρονται στην απόφαση αυτή, (παρ. 5 της ως άνω κοινής υπουργικής απόφασης). Εξάλλου, η ισχύς των ανωτέρω διατάξεων των άρθρων 7, 16 και 18 του ν. 4354/2015, όπως και όλων των άρθρων του Κεφαλαίου Β' του νόμου αυτού, άρχισε από την 1.1.2016, σύμφωνα με το άρθρο 35 του εν λόγω νόμου. Τέλος, στην αιτιολογική έκθεση του ν. 4354/2015, ως προς το Κεφάλαιο Β', (άρθρα 7-35), του νόμου αυτού αναφέρονται μεταξύ άλλων τα εξής: «Το νέο σύστημα αμοιβών υπόκειται απολύτως στις αρχές: α) της δημοσιονομικής προσαρμογής, η τήρηση της οποίας έχει καταστεί ζωτικής σημασίας για την οικονομική και πολιτική επιβίωση της χώρας, β) της ισότητας και της αξιοκρατίας, που κατοχυρώνονται με τη μισθολογική εξέλιξη, με τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα του υπαλλήλου, καθώς και με την προσωπική του απόδοση, δηλαδή την προσωπική του αξία και ικανότητα, που αποτιμάται για κάθε πρόσωπο με ίσους όρους, σε συνάρτηση με το επίπεδο θέσης ευθύνης που κατέχει, τις συγκεκριμένες συνθήκες εργασίας, την άσκηση των αρμοδιοτήτων και την επίτευξη της εύρυθμης λειτουργίας της υπηρεσίας στην οποία ανήκει και γ) της διασφάλισης της μέγιστης δυνατής απόδοσης των υπαλλήλων για την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος». Όσον αφορά το επίδομα θέσης ευθύνης, στην ίδια αιτιολογική έκθεση αναφέρεται ότι: «Με τις διατάξεις του άρθρου 16 καθορίζεται το επίδομα θέσης ευθύνης, το οποίο για τους προϊσταμένους διοίκησης προσαυξάνεται κατά 14% περίπου μεσοσταθμικά, σε σχέση με το σημερινό ισχύον, προκειμένου αφενός να ενισχυθεί περισσότερο το αποτέλεσμα της μισθολογικής αποσυμπίεσης, αφετέρου να επιβραβευθεί μισθολογικά η ευθύνη των θέσεων αυτών. Ειδικότερα, με τις διατάξεις της παρ. 1 του ίδιου άρθρου προβλέπεται το ύψος του επιδόματος για τους προϊσταμένους οργανικών μονάδων διοίκησης, εκπαίδευσης και των Τμημάτων Ιατρικής και Νοσηλευτικής Υπηρεσίας των Νοσοκομείων».
7. Επειδή, η διάταξη του άρθρου 16 παρ. 1 περ. γ' του ν. 4354/2015, καθ’ ο μέρος προβλέπει την καταβολή στους προϊσταμένους τμημάτων της Νοσηλευτικής Υπηρεσίας των νοσοκομείων μηνιαίου επιδόματος ευθύνης ύψους διακοσίων πενήντα (250) ευρώ, ήτοι μειωμένου κατά σαράντα (40) ευρώ έναντι του μηνιαίου επιδόματος ευθύνης ύψους διακοσίων ενενήντα (290) ευρώ που λαμβάνουν, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 16 παρ. 1 περ. α' υποπερ. αζ' του ίδιου νόμου, οι προϊστάμενοι τμημάτων της Διοικητικής Υπηρεσίας των νοσοκομείων και οι λοιποί προϊστάμενοι τμημάτων του Δημοσίου, των ν.π.δ.δ., των Ο.Τ.Α. και όσων φορέων υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του ν. 4354/2015, σύμφωνα με το άρθρο 7 αυτού, (στους οποίους δεν συμπεριλαμβάνονται οι κατηγορίες που ρητά εξαιρούνται από την εφαρμογή του ως άνω νόμου, κατά το ως άνω άρθρο 7 αυτού, όπως οι αμειβόμενοι με ειδικά μισθολόγια κ.λπ.), αντίκειται στην αρχή της ισότητας, που κατοχυρώνεται με το άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος, δεδομένου ότι η εξαίρεση των προϊσταμένων τμημάτων της Νοσηλευτικής Υπηρεσίας των νοσοκομείων από την ως άνω γενική ρύθμιση του άρθρου 16 παρ. 1 περ. α' υποπερ. αζ' του ν. 4354/2015 δεν παρίσταται δικαιολογημένη, ενόψει και των αναφερόμενων στην αιτιολογική έκθεση του νόμου αυτού, κατά την οποία το σύστημα αμοιβών που θεσπίζεται με το νόμο αυτό υπόκειται μεταξύ άλλων στις αρχές της ισότητας και της αξιοκρατίας, που κατοχυρώνονται με τη μισθολογική εξέλιξη, ανάλογα με τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα του υπαλλήλου, καθώς και με την προσωπική του απόδοση, δηλαδή την προσωπική του αξία και ικανότητα, που αποτιμάται για κάθε πρόσωπο με ίσους όρους, σε συνάρτηση με το επίπεδο θέσης ευθύνης που κατέχει, τις συγκεκριμένες συνθήκες εργασίας, την άσκηση των αρμοδιοτήτων και την επίτευξη της εύρυθμης λειτουργίας της υπηρεσίας στην οποία ανήκει. Εξάλλου, η ανωτέρω δυσμενής ρύθμιση ως προς το επίδομα θέσης ευθύνης των προϊσταμένων τμημάτων της Νοσηλευτικής Υπηρεσίας των νοσοκομείων δεν ευρίσκει δικαιολογητικό έρεισμα ούτε στο ότι οι υπηρετούντες στη Νοσηλευτική Υπηρεσία των νοσοκομείων υπάλληλοι αποτελούν διακριτή κατηγορία υπαλλήλων, με διαφορετικές συνθήκες εργασίας και αρμοδιότητες εν σχέσει προς τους υπαλλήλους που υπηρετούν στη διοικητική υπηρεσία των νοσοκομείων, καθώς και τους υπαλλήλους του Δημοσίου, των ν.π.δ.δ., των Ο.Τ.Α. και όσων φορέων υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του ν. 4354/2015, σύμφωνα με το άρθρο 7 αυτού, δεδομένου ότι οι προϊστάμενοι των διευθύνσεων της Ιατρικής και της Νοσηλευτικής υπηρεσίας των νοσοκομείων λαμβάνουν μηνιαίο επίδομα θέσης ευθύνης ίδιου ύψους, (450 ευρώ), με τους προϊσταμένους διευθύνσεων της Διοικητικής Υπηρεσίας των νοσοκομείων, καθώς και τους προϊσταμένους διευθύνσεων του Δημοσίου, των ν.π.δ.δ., των Ο.Τ.Α. και των λοιπών φορέων που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του ν. 4354/2015, κατά τα ανωτέρω, σύμφωνα με τη γενική διάταξη του άρθρου 16 παρ. 1 περ. α' υποπερ. αε' του ν. 4354/2015. Περαιτέρω, η κατά τα ανωτέρω καταβολή μειωμένου κατά 40 ευρώ μηνιαίου επιδόματος θέσης ευθύνης στους προϊσταμένους τμημάτων της Νοσηλευτικής Υπηρεσίας των νοσοκομείων έναντι των λοιπών προϊσταμένων τμημάτων του Δημοσίου, των ν.π.δ.δ., των Ο.Τ.Α. και όσων φορέων υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του ν. 4354/2015, δεν δικαιολογείται ούτε από το ότι οι προϊστάμενοι τμημάτων της Νοσηλευτικής Υπηρεσίας των νοσοκομείων λαμβάνουν, σύμφωνα με το άρθρου 18 του ίδιου νόμου και τις παρ. 1 και 2 περ. α' της υπ’ αριθμ. οικ. 2/16519/0022/24.2.2012 κοινής υπουργικής απόφασης, (που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 15 παρ. 1 του ν„ 4024/2011), επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, διότι αφενός μεν το επίδομα αυτό καταβάλλεται για άλλη αιτία από το επίδομα θέσης ευθύνης, αφετέρου δε το εν λόγω επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας δεν καταβάλλεται μόνο στους υπηρετούντες στη Νοσηλευτική Υπηρεσία των νοσοκομείων αλλά και σε άλλες κατηγορίες υπαλλήλων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 18 του ως άνω νόμου, χωρίς να εξαιρούνται, άλλωστε, από την καταβολή του όσοι λαμβάνουν λόγω της θέσης τους και επίδομα θέσης ευθύνης κατά το άρθρο 16 του ίδιου νόμου. Συνεπώς, εφόσον η διάταξη του άρθρου 16 παρ. 1 περ. γ' του ν. 4354/2015, καθ’ ο μέρος προβλέπει την καταβολή στους προϊσταμένους τμημάτων της Νοσηλευτικής Υπηρεσίας των νοσοκομείων μηνιαίου επιδόματος θέσης ευθύνης ύψους διακοσίων πενήντα (250) ευρώ, αντίκειται στη συνταγματική αρχή της ισότητας, κατά τα προεκτεθέντα και ως εκ τούτου είναι ανίσχυρη, πρέπει να επεκταθεί και στους ανωτέρω προϊσταμένους τμημάτων της Νοσηλευτικής Υπηρεσίας των νοσοκομείων η εφαρμογή της γενικής διάταξης του άρθρου 16 παρ. 1 περ. σ' υποπερ. αζ' του ίδιου νόμου, σύμφωνα με την οποία καταβάλλεται μηνιαίο επίδομα θέσης ευθύνης ύψους διακοσίων ενενήντα (290) ευρώ στους προϊσταμένους τμημάτων της Διοικητικής Υπηρεσίας των νοσοκομείων και στους λοιπούς προϊσταμένους τμημάτων του Δημοσίου, των ν.π.δ.δ., των Ο.Τ.Α. και όσων φορέων υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του ν. 4354/2015, σύμφωνα με το άρθρο 7 αυτού. Ως εκ τούτου, πρέπει να γίνει δεκτός ο ισχυρισμός των εναγόντων ότι κατ’ εφαρμογή της συνταγματικής αρχής της ισότητας, πρέπει να εφαρμοσθεί η διάταξη του άρθρου 16 παρ. 1 περ. α' υποπερ. αζ' του ν. 4354/2015 για τον υπολογισμό του μηνιαίου επιδόματος θέσης ευθύνης που ελάμβαναν οι ενάγοντες κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2016 έως 30.6.2016, ως προϊστάμενοι τμημάτων της Νοσηλευτικής Υπηρεσίας του εναγόμενου νοσοκομείου και όχι η ανίσχυρη, ως αντίθετη προς το άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος, διάταξη του άρθρου 16 παρ. 1 περ. γ' του ν. 4354/2015. Μειοψήφησαν ο προεδρεύων Αντιπρόεδρος Αθ. Ράντος, οι Σύμβουλοι Αικ. Χριστοφορίδου, Μ. Κωνσταντινίδου, Μ. Γκορτζολίδου, Α. Χλαμπέα, Σ. Βιτάλη και η Πάρεδρος Α. Σδράκα, οι οποίοι διατύπωσαν την εξής γνώμη: Η ρύθμιση του άρθρου 16 παρ. 1 περ. γ' του ν. 4354/2015 ως προς το επίδομα θέσης ευθύνης των προϊσταμένων τμημάτων της Νοσηλευτικής Υπηρεσίας των νοσοκομείων δεν αντίκειται στην συνταγματική αρχή της ισότητας, διότι το προσωπικό της Νοσηλευτικής Υπηρεσίας των νοσοκομείων αποτελεί, προεχόντως ενόψει των καθηκόντων του και των συνθηκών εργασίας του σε σχέση με το προσωπικό της Διοικητικής Υπηρεσίας των νοσοκομείων και των λοιπών φορέων που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του ν. 4354/2015, αλλά και εν όψει της ένταξής του σε διαφορετικό κλάδο υπαλλήλων, εντελώς διακριτή κατηγορία υπαλλήλων, για την οποία ο νομοθέτης διατηρεί το, περικλειόμενο, άλλωστε, από ευρύτατα όρια, δικαίωμα διαφοροποιημένης μισθολογικής, και μάλιστα επιδοματικής, μεταχείρισης. Εξάλλου, ο νομοθέτης μερίμνησε για την αντιστάθμιση των ιδιαίτερων συνθηκών εργασίας των υπαλλήλων της Νοσηλευτικής Υπηρεσίας των νοσοκομείων με τη χορήγηση σε αυτούς του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, ύψους 150 ευρώ, το οποίο δεν καταβάλλεται στους υπαλλήλους της Διοικητικής Υπηρεσίας των νοσοκομείων. Ως εκ τούτου, δικαιολογείται η διαφορετική μεταχείριση από το νομοθέτη των προϊσταμένων τμημάτων της Νοσηλευτικής Υπηρεσίας και των προϊσταμένων τμημάτων της Διοικητικής Υπηρεσίας των νοσοκομείων ως προς το ύψος του επίμαχου επιδόματος θέσης ευθύνης και δεν είναι νοητή, κατ’ επίκληση της συνταγματικής αρχής της ισότητας, επέκταση ευνοϊκών εν γένει ρυθμίσεων που ισχύουν για την μία από τις κατηγορίες αυτές προσωπικού και στην άλλη, πολλώ μάλλον ενόψει της ειδικής διάταξης του άρθρου 80 παρ. 1 του Συντάγματος, κατά την οποία δεν επιτρέπεται να παρέχεται χωρίς ειδικό νόμο οποιουδήποτε είδους μισθός. Εν πάση περιπτώσει, η διαφοροποίηση ως προς το ύψος του επιδόματος θέσης ευθύνης μεταξύ αφενός των προϊσταμένων τμημάτων της Νοσηλευτικής Υπηρεσίας των νοσοκομείων και αφετέρου των προϊσταμένων τμημάτων της Διοικητικής Υπηρεσίας των νοσοκομείων, καθώς και των προϊσταμένων τμημάτων του Δημοσίου, των ν.π.δ.δ., των Ο.Τ.Α. και όσων φορέων υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του v. 4354/2015, κινείται μέσα στα όρια που διαγράφονται από την αρχή της ισότητας, υπό την έννοια ότι η διαφοροποίηση αυτή δεν συνιστά εκδήλως άνιση μεταχείριση, ώστε να υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο. Συνεπώς, κατά την ανωτέρω μειοψηφήσασα γνώμη, νομίμως ελάμβαναν οι ενάγοντες κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2016 έως 30.6.2016, κατά το οποίο υπηρετούσαν ως προϊστάμενοι τμημάτων της Νοσηλευτικής Υπηρεσίας του εναγόμενου νοσοκομείου, μηνιαίο επίδομα θέσης ευθύνης ύψους διακοσίων πενήντα (250) ευρώ, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 16 παρ. 1 περ. γ' του ν. 4354/2015, η οποία, κατά τούτο δεν αντίκειται προς το άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος και πρέπει να απορριφθεί ο περί του αντιθέτου ισχυρισμός των εναγόντων. Επίσης μειοψήφησε ο Σύμβουλος Μ. Πικραμένος, ο οποίος διατύπωσε την εξής ειδικότερη γνώμη: Το ισχύον Σύνταγμα ορίζει ότι: Η κυβέρνηση καθορίζει και κατευθύνει τη γενική πολιτική της χώρας (άρθρο 82 παρ. 1), το δικαίωμα πρότασης νόμων ανήκει στη βουλή και την κυβέρνηση (άρθρο 73 παρ. 1), κάθε νομοσχέδιο και κάθε πρόταση νόμου που συνεπάγονται επιβάρυνση του προϋπολογισμού, εφόσον υποβάλλονται από υπουργούς, δεν εισάγεται για συζήτηση αν δεν συνοδεύεται από έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους που καθορίζει τη δαπάνη (άρθρο 75 παρ.1), νομοσχέδιο που συνεπάγεται δαπάνη δεν εισάγεται για συζήτηση αν δεν συνοδεύεται από ειδική έκθεση για τον τρόπο που θα καλυφθεί, η οποία υπογράφεται από τον αρμόδιο υπουργό ή τον υπουργό Οικονομικών (άρθρο 75 παρ. 3), μισθός, σύνταξη, χορηγία ή αμοιβή ούτε εγγράφεται στον προϋπολογισμό του κράτους ούτε παρέχεται χωρίς οργανικό ή άλλο ειδικό νόμο (άρθρο 80 παρ. 1), οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι εκτελεστές της θέλησης του κράτους και υπηρετούν το λαό, κανένας δεν μπορεί να διοριστεί υπάλληλος σε οργανική θέση που δεν είναι νομοθετημένη (άρθρο 103 παρ. 1 και 2), οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου (άρθρο 4 παρ. 1), και τα δικαστήρια υποχρεούνται να μην εφαρμόζουν νόμο που το περιεχόμενό του είναι αντίθετο προς το Σύνταγμα (άρθρο 93 παρ. 4). Από το συνδυασμό των ανωτέρω συνταγματικών διατάξεων συνάγεται ότι η γενική πολιτική της χώρας καθορίζεται από την κυβέρνηση, η οποία, στο πλαίσιο άσκησης της πολιτικής της, έχει το δικαίωμα πρότασης νόμων στη βουλή. Ειδικότερα, στο πεδίο της οικονομικής πολιτικής, η οποία αντανακλάται και στη διαμόρφωση του ετήσιου κρατικού προϋπολογισμού, εντάσσεται η μισθολογική πολιτική για τους δημοσίους υπαλλήλους η οποία προσδιορίζεται με ορθολογικά κριτήρια και οριοθετείται, από πλευράς ύψους δαπάνης, εντός των οικονομικών δυνατοτήτων του κράτους. Ως εκ τούτου ο καθορισμός του ύψους του μισθού και των προσθέτων παροχών και επιδομάτων των διαφόρων κατηγοριών υπαλλήλων, ανήκει, κατ’ αρχήν, ενόψει των ανωτέρω ορισμών του Συντάγματος, στην εκτίμηση του νομοθέτη ο οποίος έχει την ευχέρεια να θεσπίζει διαφορετική μεταχείριση κατηγοριών υπαλλήλων σταθμίζοντας τα ειδικότερα χαρακτηριστικά κάθε κατηγορίας, όπως τα προσόντα και το εν γένει υπηρεσιακό τους καθεστώς, τα ασκούμενα από αυτούς καθήκοντα στο πλαίσιο των υπηρεσιών στις οποίες υπηρετούν, τα τυχόν επιδόματα και τις λοιπές παροχές τα οποία συμπασούμενα καθορίζουν το συνολικό μισθό, τους οργανισμούς των υπηρεσιών και την κατανομή του προσωπικού κ.λπ.. Με τα δεδομένα αυτά κατά το δικαστικό έλεγχο των μισθολογικών διαφοροποιήσεων των κατηγοριών υπαλλήλων, επί τη βάσει του άρθρου 4 παρ. 1 του Συντάγματος, ο οποίος είναι εντελώς οριακός (ΣτΕ 1445/2014) και δεν μπορεί να οδηγεί σε επέκταση ευνοϊκών ρυθμίσεων μιας κατηγορίας σε άλλη, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το σύνολο των επιμέρους ρυθμίσεων που συγκροτούν το υπηρεσιακό και μισθολογικό καθεστώς κάθε κατηγορίας υπαλλήλων, ενώ εκφεύγουν του ακυρωτικού έλεγχου οι ουσιαστικές εκτιμήσεις του νομοθέτη. Κατόπιν των ανωτέρω η ρύθμιση του άρθρου 16 παρ. 1 περ. γ' του ν 4354/2015 ως προς το επίδομα θέσης ευθύνης των προϊσταμένων τμημάτων της Νοσηλευτικής Υπηρεσίας των νοσοκομείων δεν αντίκειται στην συνταγματική αρχή της ισότητας, διότι ο νομοθέτης έλαβε υπόψη τη συνολική υπηρεσιακή και μισθολογική κατάσταση του προσωπικού τόσο της Νοσηλευτικής όσο και της Διοικητικής υπηρεσίας των νοσοκομείων, και ως εκ τούτου δικαιολογείται η διαφορετική μεταχείριση των προϊσταμένων τμημάτων της Νοσηλευτικής Υπηρεσίας και των προϊσταμένων τμημάτων της Διοικητικής Υπηρεσίας ως προς το ύψος του επίμαχου επιδόματος θέσης ευθύνης, σε κάθε δε περίπτωση η διαφοροποίηση αυτή δεν συνιστά εκδήλως άνιση μεταχείριση, ώστε να υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο.
8. Επειδή, μετά την επίλυση του ανωτέρω ζητήματος της αντίθεσης της διάταξης του άρθρου 16 παρ. 1 περ. γ' του ν. 4354/2015 προς το άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος, το Δικαστήριο κρίνει, κατά το άρθρο 1 του ν. 3900/2010, ότι πρέπει η κρινόμενη αγωγή να κρατηθεί προς εκδίκαση. Περαιτέρω, το Δικαστήριο, δικάζοντας την υπό κρίση αγωγή κατά το μέρος που αφορά τους λοιπούς ενάγοντες, πλην της 14ης και της 17ης από αυτούς, ως προς τις οποίες η αγωγή απορρίφθηκε ως απαράδεκτη με την προαναφερθείσα 2252/2017 απόφαση του Στ' Τμήματος, κρίνει ότι εφόσον η διάταξη του άρθρου 16 παρ. 1 περ. γ' του ν. 4354/2015 είναι ανίσχυρη ως αντίθετη προς το άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος, κατά τα προεκτεθέντα, ο υπολογισμός του επιδόματος θέσης ευθύνης των ως άνω εναγόντων, για το χρονικό διάστημα από 1.1.2016 έως 30.6.2016, κατά το οποίο υπηρετούσαν ως προϊστάμενοι τμημάτων της Νοσηλευτικής Υπηρεσίας του εναγόμενου νοσοκομείου, πρέπει να γίνει σύμφωνα με τη γενική ρύθμιση του άρθρου 16 παρ. 1 περ. α' υποπερ. αζ' του ν. 4354/2015. Με τα δεδομένα αυτά, οι ενάγοντες, πλην της 14ης και της 17ης από αυτούς, δικαιούνται κατά το νόμο τη διαφορά μεταξύ του επιδόματος θέσης ευθύνης, ύψους 250 ευρώ μηνιαίως, που ελάμβαναν, κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2016 έως 30.6.2016, σύμφωνα με την κριθείσα ως αντισυνταγματική και ανίσχυρη διάταξη του άρθρου 16 παρ. 1 περ. γ' του ν. 4354/2015 και αυτού που δικαιούνταν, ύψους 290 ευρώ μηνιαίως, κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, σύμφωνα με την εφαρμοστέα και σ’ αυτούς γενική ρύθμιση του άρθρου 16παρ. 1 περ. α' υποπερ. αζ' του ν. 4354/2015, ήτοι συνολικό ποσό διακοσίων σαράντα (240) ευρώ, (40 ευρώ X 6 μήνες) ο καθένας. Συνεπώς, η αγωγή πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή και να υποχρεωθεί το εναγόμενο νοσοκομείο να καταβάλει σε καθέναν από τους ενάγοντες, πλην της 14ης και της 17ης από αυτούς, για το χρονικό διάστημα από 1.1.2016 έως 30.6.2016, ως διαφορά του επιδόματος θέσης ευθύνης που ελάμβαναν και αυτού που δικαιούνταν, κατά τα προεκτεθέντα, το ποσό των διακοσίων σαράντα (240) ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την ημερομηνία επίδοσης της αγωγής στο εναγόμενο νοσοκομείο.
Διά ταύτα
Επιλύει το ζήτημα της συνταγματικότητας της διάταξης του άρθρου 16 παρ. 1 περ. γ' του ν. 4354/2015, σύμφωνα με το σκεπτικό.
Κρατεί και δικάζει την υπό κρίση αγωγή όσον αφορά τους λοιπούς ενάγοντες πλην της 14ης και της 17ης από αυτούς.
Δέχεται την αγωγή κατά το μέρος που αφορά τους λοιπούς ενάγοντες πλην της 14ης και της 17ης από αυτούς, σύμφωνα με το σκεπτικό.
Υποχρεώνει το εναγόμενο νοσοκομείο να καταβάλει σε καθέναν από τους ως άνω ενάγοντες ως προς τους οποίους γίνεται δεκτή η αγωγή το ποσό των διακοσίων σαράντα (240) ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την ημερομηνία επίδοσης της αγωγής προς αυτό.
Συμψηφίζει τη δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 19 Ιανουαρίου 2018 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 18ης Απριλίου 2018.
Ο Προεδρεύων Αντιπρόεδρος
Αθ. Ράντος
Η Γραμματέας
Ελ.
Γκίκα